Μετά τη δεκαετία του '60 το έθιμο με τις κούνιες του Αγίου Γεωργίου έσβησε. Όμως οι κούνιες παρέμειναν μια απλή συνήθεια με σκοπό την ψυχαγωγία των παιδιών μικρών και μεγάλων, αλλά και των μεγαλυτέρων μελών της οικογένειας. Συνήθως κατασκευάζονταν, όταν ο κόσμος βρισκόταν έξω στις αυλές τους σε διάφορες γιορτές, ή στην εξοχή την ημέρα της Πρωτομαγιάς. Η συνήθεια χαρακτηριζόταν από την ανεμελιά, το κέφι και τη χαρά όσων συμμετείχαν.
Η απλή κούνια
Εφόδια για την κατασκευή
Εφόδια για την κατασκευή
Μια κούνια μπορούσε να φτιαχτεί και σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή, αρκεί να υπήρχαν τα απαραίτητα εφόδια, τα οποία ήταν:
- ο καλός καιρός αποτελούσε πρωταρχικό σύμμαχο, καθώς η κούνια γινόταν έξω στην αυλή.
- ένα χοντρό σχοινί, συνήθως αυτό που χρησιμοποιόταν για τις αγροτικές δουλειές στα χωράφια π.χ. για να δέσουν το τριφύλλι (γιοντζέ) στο κάρο.
- ένα μικρό ή μεγάλο κουρέλι για κάθισμα.
- λίγη διάθεση από κάποιον «μεγάλο», καθώς απαιτούνταν ύψος και δύναμη για το πέταγμα του σχοινιού και το πέρασμά του πάνω από ένα κλαδί.
...Ξεχάσαμε όμως το βασικότερο
- το δέντρο που στο πιο γερό κλαδί του φτιαχνόταν η κούνια.
Οδηγίες κατασκευής και χρήσης
Ένας μεγάλος (γονιός, παππούς κλπ.) έπαιρνε το σχοινί και το πετούσε προς το πιο γερό κλαδί του δέντρου. Το σχοινί έπρεπε να περάσει πάνω από το κλαδί και να κατέβει πάλι προς τα κάτω. Στο σημείο που συναντιόνταν οι δύο άκρες του γινόταν ένας δυνατός κόμπος. Σημαντικό κριτήριο ήταν το ύψος που γίνονταν ο κόμπος, καθώς χρειαζόταν αυτός που κουνιόταν να ακουμπά με ευκολία τα πόδια του στο χώμα και να βοηθά στο "κούνημα", ρυθμίζοντας τις κινήσεις του. Το κουρέλι τοποθετούνταν διπλωμένο πάνω στο δεμένο σχοινί για να υπάρχει άνεση στο κάθισμα.
Συνήθως περίσσευε ένα κομμάτι σχοινιού στην άκρη του κόμπου, το οποίο χρησιμοποιούνταν από κάποιον άλλο φίλο ή γονιό για να «κουνήσει», δηλαδή να βοηθήσει αυτόν που κουνιόταν να πηγαινοέρχεται δεξιά - αριστερά, χωρίς εκείνος να βάζει δύναμη. Αν υπήρχε ανοιχτό μέρος το καλύτερο που μπορούσε να κάνει, όποιος κουνιόταν, ήταν να παίρνει δύναμη μόνος από τα πόδια του στο ξεκίνημα και από τις κινήσεις του σώματός του εμπρός και πίσω στη συνέχεια.
Συνήθως περίσσευε ένα κομμάτι σχοινιού στην άκρη του κόμπου, το οποίο χρησιμοποιούνταν από κάποιον άλλο φίλο ή γονιό για να «κουνήσει», δηλαδή να βοηθήσει αυτόν που κουνιόταν να πηγαινοέρχεται δεξιά - αριστερά, χωρίς εκείνος να βάζει δύναμη. Αν υπήρχε ανοιχτό μέρος το καλύτερο που μπορούσε να κάνει, όποιος κουνιόταν, ήταν να παίρνει δύναμη μόνος από τα πόδια του στο ξεκίνημα και από τις κινήσεις του σώματός του εμπρός και πίσω στη συνέχεια.
Η κούνια «βάρκα»
Υλικά, οδηγίες κατασκευής και χρήσης
Η κατασκευή αυτής της κούνιας «βάρκας» απαιτούσε περισσότερο χρόνο και χρειάζονταν δύο δέντρα ή δύο δοκάρια ενός υπόστεγου για να μπορέσει να στηθεί. Το σχοινί περνιόνταν από το κλαδί κάθε δέντρου (όπως και στην απλή κούνια) ή στο πάνω μέρος του κάθε δοκαριού. Οι δύο άκρες του ενώνονταν στο τέλος με κόμπο στη μέση. Η βασική διαφορά της με την απλή κούνια ήταν το διπλό σχοινί και το μεγαλύτερο μέγεθος.
Η κατασκευή της κούνιας αυτής δεν τελείωνε τόσο εύκολα. Ένα δεύτερο άτομο βοηθούσε απομακρύνοντας το ένα σχοινί από το άλλο και τότε ο "κατασκευαστής" της κούνιας τοποθετούσε ένα μεγάλο κουρέλι ή ένα παλιό χαλί. Το τοποθετούσε αρχικά κάτω από τα δυο σχοινιά και στη συνέχεια έφερνε την κάθε άκρη του πάνω και μέσα από κάθε σχοινί. Στο εσωτερικό δημιουργούνταν η θέση, το κάθισμα, η «βάρκα» όπως ονομάζονταν. Αυτή η "βάρκα" για να σταθεί χωρίς να πέφτει χρειάζονταν στα πλαϊνά της δύο κομμάτια ξύλου ή γερά κλαδιά, τα οποία κρατούσαν αντίσταση και το κουρέλι κρατιόταν γερά αντέχοντας την πίεση από το σώμα.
Πολλές φορές σ’ αυτή την κούνια κάθονταν και δύο ή και τρία άτομα. Πιο τυχερός ήταν όποιος μπορούσε να έχει όλη την «βάρκα» δική του, να ξαπλώσει στο εσωτερικό της και να έχει κάποιον να τον κουνά! Φυσικά τα ατυχήματα στην περίπτωση της κούνιας αυτής ήταν μερικές φορές αναπόφευκτα, καθώς έφευγαν τα ξύλα και το κουρέλι ή το χαλί άνοιγε και ο επίδοξος αναβάτης έπεφτε χωρίς να το καταλάβει.
Πολλές φορές σ’ αυτή την κούνια κάθονταν και δύο ή και τρία άτομα. Πιο τυχερός ήταν όποιος μπορούσε να έχει όλη την «βάρκα» δική του, να ξαπλώσει στο εσωτερικό της και να έχει κάποιον να τον κουνά! Φυσικά τα ατυχήματα στην περίπτωση της κούνιας αυτής ήταν μερικές φορές αναπόφευκτα, καθώς έφευγαν τα ξύλα και το κουρέλι ή το χαλί άνοιγε και ο επίδοξος αναβάτης έπεφτε χωρίς να το καταλάβει.
Παιδικά τραγούδια για τις κούνιες
Μερικές φορές κάποιος συνόδευε όποιον κουνιόταν, σπρώχνοντας από την πίσω πλευρά της κούνιας και λέγοντας το παρακάτω τραγούδι:
Κούνια μπέλα,
έπεσε η κοπέλα
μέσα στη βαρέλα!
Γριτσι γριτσι τσέλα
μες την αμουτσέλα,
έσπειραν κουκάρια
και μαργαριτάρια.
Από πίσω απ’ τη μηλιά
κουτσιλήσαν τα πουλιά,
πήραν φτυάρι και κασμά
ένα – δύο – τρία!
Επιπλέον πληροφορίες
Επιπλέον πληροφορίες και λεπτομέρειες για το έθιμο της κούνιας σε άλλες περιοχές της Ελλάδας μπορείτε να δείτε στο άρθρο «Λαογραφικές σελίδες» της εφημερίδας Δημοκράτης της Μυτιλήνης, καθώς και στο άρθρο «Οι κούνιες» από το Περιοδικό «Κύτταρο Ιερισσού».
Επιπλέον πληροφορίες και λεπτομέρειες για το έθιμο της κούνιας σε άλλες περιοχές της Ελλάδας μπορείτε να δείτε στο άρθρο «Λαογραφικές σελίδες» της εφημερίδας Δημοκράτης της Μυτιλήνης, καθώς και στο άρθρο «Οι κούνιες» από το Περιοδικό «Κύτταρο Ιερισσού».
Πηγές:
- Προσωπικές μνήμες
- Προφορικές μαρτυρίες και πληροφορίες από τους οικείους μου